Ο Μιχάλης Τσουκιάς, που «έφυγε» την Τρίτη το πρωί για την πιο ψηλή κορυφή, προσβεβλημένος από τον κορονοιό, δεν ήταν απλώς ένας από τους πρώτους Έλληνες ορειβάτες. Ήταν θεμελιωτής του ορειβατικού εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα και πρωτοπόρος των υπαίθριων δραστηριοτήτων, δημιουργώντας με τον φίλο και σχοινοσύντροφό του Χρήστο Λάμπρη την Trekking Hellas. «Ήταν δάσκαλός μου τη δεκαετία του ’80, όταν ξεκίνησα ορειβασία. Εκείνος μου έβαλε την ιδέα να ζω από αυτό που αγαπάω και εκείνος δημιούργησε το εκπαιδευτικό σύστημα, ώστε να μπορέσουμε όλοι να γίνουμε επαγγελματίες. Δυστυχώς, δεν πρόλαβα να του πω ευχαριστώ», λέει ο αναρριχητής Άρης Θεοδωρόπουλος. «Χάρη στο δικό του όραμα εξελίχθηκαν τα ορειβατικά πράγματα στην Ελλάδα», λέει ο οδηγός βουνού Μιχάλης Βασιλείου. «Η Trekking ήταν τόσο τολμηρό εγχείρημα. Το έκανε από το μηδέν, όταν στην Ελλάδα δεν ήταν καν ιδέα. Και στο ελληνικό Camel Trophy που διοργάνωνε, μπροστά ήταν».
Θυμάμαι πόσο είχα εντυπωσιαστεί σε μια κουβέντα μας. Ντόμπρος, μιλούσε έξω από τα δόντια: για την οικογένεια που με την υπερπροστασία της αποξενώνει τα παιδιά από τη φύση, για τον τύπο μάνας που θεωρεί τη λάσπη βρομιά, για το κράτος που δεν καλλιεργεί το σχετικό κλίμα στα σχολεία. Υπέρμαχος της ζωής στη φύση –ο ίδιος ζούσε στο Κοτύλιο Αρκαδίας–, ήθελε να διαπλάσει φυσιολατρικές συνειδήσεις και ως πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων Υπαίθριων Δραστηριοτήτων δρομολογούσε σχετικές δράσεις.
Ο πολύπειρος ορειβάτης είχε στο ενεργητικό του πλήθος αποστολών ως αρχηγός, με κορυφαία την πρώτη ελληνική αποστολή στα Ιμαλάια, το 1985, όπου σκοτώθηκαν δύο σύντροφοί του, ενώ ο ίδιος κατάφερε να σώσει έναν, τον Χρήστο Λάμπρη. Άλλοι θυμούνται το 1989, τις δοκιμαστικές καταβάσεις στο ποτάμι του Νέστου με φουσκωτό θαλάσσης, άλλοι τις πρωτιές που έφερε στην Ελλάδα. Ο Μιχάλης Βασιλείου, πάλι, θυμάται: «Ήταν και μαέστρος στον πάγο και καλός άνθρωπος. Έξω καρδιά και με λεπτό χιούμορ. Ήταν της περιπέτειας. Ό,τι κι αν συνέβαινε, δεν έχανε το κουράγιο του. Απίστευτα γερός και ανθεκτικός. Δεν καταλάβαινε απο κακουχίες. Πάντα με σοφία και σεβασμό προς τη φύση. Κι ό,τι έκανε το έκανε καλά. Μέχρι που τον είχα πετύχει μια μέρα να ’χει λύσει τη μηχανή από ένα Land Rover και να την περιεργάζεται – την ξανάδεσε και όλα καλά. Τι Αμαζόνιους, τι Ανταρκτικές. Δεν μούχλιαζε με τίποτα. Από αυτόν δεν το περιμέναμε να φύγει έτσι».